Μνημόσυνο Γέροντος Φωτίου Κερασιώτη


Το τεσσαρακονθήμερο Μνημόσυνο του μακαριστού Πνευματικού της Ιεράς Μονής Παναγίας Δαμάστας Γέροντος Φωτίου Κερασιώτη ετέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Νικόλαος το Σάββατο 8 Ιουνίου.

Του Ιερού Μνημοσύνου προηγήθηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στο Καθολικό της ιστορικής Ιεράς Μονής ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νικολάου και τη συμμετοχή του Προϊσταμένου του Ιερού Κελίου Αγίου Δημητρίου Κερασιάς του Αγίου Όρους Ιερομονάχου Ιωαννικίου και πολλών ιερέων πνευματικών τέκνων του αειμνήστου, εξ Αθηνών.

Στην Θεία Λειτουργία και το Ιερό Μνημόσυνο έψαλλε Βυζαντινή χορωδία υπό την Διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Μιχαήλ Μελέτη από το Βόλο και παρέστησαν Καθηγητές Πανεπιστημίου, Στρατιωτικοί, Ιατροί, Ανώτατοι Δικαστικοί, συγγενείς και πλήθος πνευματικών τέκνων του αειμνήστου Γέροντος, οι οποίοι είχαν κατακλύσει τους χώρους της Μονής.  

Ακολουθεί ο επιμνημόσυνος λόγος του Σεβασμιωτάτου στον αείμνηστο Αρχιμ. Φώτιο:

«Παροικήσω ἐν τῷ σκηνώματί σου εἰς τούς αἰῶνας σκεπασθήσομαι ἐν σκέπη τῶν πτερύγων σου» (Ψ 61)

 «Ἔχουν περάσει 40 ἡμέρες ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ Γέροντος π. Φωτίου καί ἡ ἀπουσία του εἶναι αἰσθητή στούς συγγενεῖς του, στά πνευματικά του παιδιά καί ὅλως ἰδιαιτέρως στήν Ἱερά Ἀδελφότητα τῆς Παναγίας Δαμάστας, μέσα στήν στοργή καί ἀγάπη τῆς ὁποίας πέρασε τά τελευταῖα 14 χρόνια τῆς ζωῆς του. Τό γήϊνο σκεῦος του φυτεύθηκε στό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν τόπο τῆς μετανοίας του, ἐκεῖ ὑψηλά στόν Ἄθωνα, στήν Κερασιά, ἡ ψυχή του ὅμως εἰσῆλθε στόν Μυστικό Παράδεισο τῆς Θεομητορικῆς ἀγκάλης γιά νά ἀναπαύεται ἐκ τῶν κόπων του μέχρις ὅτου οἱ Ἀγγελικές σάλπιγγες θά τόν ἐγείρουν στήν κοινή ἀνάσταση.

          Κατά τόν οὐρανοβάμονα Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο ἔχομε χρέος νά ἐνθυμούμεθα τούς πνευματικούς μας πατέρας, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἐδίδαξαν τήν πνευματική ζωή, νά ἐξετάζωμεν τήν ἔκβαση τῆς ζωῆς τους καί νά μιμούμεθα τήν πίστη καί τήν ἁγία ζωή τους:

          «Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν» (Ἑβρ. 13,7). Γι΄ αὐτό τόν λόγο, ἀφοῦ πρῶτα παραθέσωμεν ἕνα σύντομο βιογραφικό του, θα σταθοῦμε μέ εὐλάβεια σέ μερικά σημεῖα τῆς ζωῆς τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος, τά ὁποῖα εἰς μέν ἐκεῖνον θά ἀποδώσουν τόν δίκαιον ἔπαινον τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἡμᾶς δέ τήν εὐκαιρία νά γνωρίσωμε εἰς βάθος τήν ἀξία του, τήν ὁποία ὁ ἴδιος ταπεινούμενος ἐπιμελῶς ἔκρυβε, γιά νά ἔχωμε ὑπογραμμό ἐνθέου ζωῆς.

          Ὁ Ἀντώνιος Σκάνδαλος γεννήθηκε στίς 10 Δεκεμβρίου 1933 στό χωριό Λημέρι τῆς Εὐρυτανίας ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς, τόν Σεραφείμ καί τήν Σοφία.

          Τά ἐγκύκλια γράμματα παρηκολούθησε πρῶτα στήν γενέτειρά του καί ἀργότερα στό Περιστέρι Ἀττικῆς, ὅπου μετακόμισε ἡ οἰκογένειά του. Ἐργαζόμενος ἐτελείωσε τό νυκτερινό Γυμνάσιο καί ὕστερα ἀπό ἐπιτυχεῖς ἐξετάσεις εἰσήχθη στή Νομική Σχολή Ἀθηνῶν, ἀπό τήν ὁποία ἀποφοιτήσας ἐνεγράφη στήν Θεολογική Σχολή. Ὡς φοιτητής ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά στά Κατηχητικά Σχολεῖα τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου Περιστερίου. Ὡς πτυχιοῦχος τῆς Νομικῆς εἰσῆλθε στό Δικαστικό Σῶμα καί ὑπηρέτησε ὡς εἰρηνοδίκης καί πάρεδρος πρωτοδίκης στή Χαλκίδα. Στήν ἀπόδοση τῆς δικαιοσύνης ἐνισχύετο καί μέ τήν πνευματική ζωή εἰς τήν ὁποία τόν καθοδηγοῦσαν οἱ πνευματικοί του Ἀρχιμ. Παντελεήμων Μπαρδᾶκος, ἀποθανών Μητροπολίτης Σάμου καί ὁ ὀνομαστός πνευματικός Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἄγγελος Νησιώτης, μαθητής τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Τό ἔτος 1966 ποθῶν τόν βίον τῆς ἀσκήσεως καί μή ἀναπαυόμενος στόν κόσμο, σέ ἡλικία 33 ἐτῶν, ἐκάρη Μοναχός στήν Ἱερά Μονή Πετράκη ἐπί Ἡγουμενείας Ἀρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλοπούλου καί ἀκολούθως τήν 21ην Μαρτίου χειροτονήθηκε Διάκονος στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Σπυρίδωνος Αἰγάλεω καί τήν 19ην Ἰουνίου Πρεσβύτερος καί Ἀρχιμανδρίτης στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἐλευθερίου Γκύζη. Καί τίς δύο χειροτονίες ἐτέλεσε ὁ ἀείμνηστος προκάτοχός μας Μητροπολίτης Φθιώτιδος Δαμασκηνός.

          Τήν 2α Ἰουνίου τοῦ 1970 ἀνεχώρησε γιά τήν Κερασιά τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὑποταχθείς στόν Γέροντα Πορφύριο, τόν ὁποῖο εἶχε γνωρίσει στήν Πολυκλινική Ἀθηνῶν καί μετά δοκιμασία 7 ἐτῶν ἐκάρη Μεγαλόσχημος Μοναχός τήν 24η Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1977.

          Μετά ἕνα χρόνο μέ ὑπόδειξη τοῦ Γέροντος Πορφυρίου ἐγκαταβίωσε στό Μετόχιο τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καλλισίων Πεντέλης, ὅπου ἐδέχετο τούς προσκυνητές καί μέ πατρική ἀγάπη ἐξομολογοῦσε καί ἐστήριζε στήν πνευματική ζωή. Καθημερινῶς συνέρρεαν οἱ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον στόν π. Φώτιο καί ἐκεῖνος δέν ἐφείδετο κόπων νά νουθετεῖ ἕναν ἕκαστον καί νά χειραγωγεῖ στήν πνευματική ζωή.

          Ὁ φόρτος ἐργασίας καί ἡ καθημερινή ἀπασχόληση τόν ἔκαμψαν σωματικά καί δέν τοῦ προσέφεραν τήν δυνατότητα τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς καί τῆς ἡσυχίας. Αὐτός ὁ λόγος καί ἐπί πλέον ὁ πόθος του διά τό Ἅγιον Ὄρος τόν ἔφεραν πίσω στό Κελλίο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Κε­ρα­σιᾶς τόν Μάϊο τοῦ 1998.

          Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ὅμως εἶχε ἄλλο σχέδιο διά τόν π. Φώτιο. Ἕνας τραυματισμός του καί τά συνεχῆ προβλήματα ὑγείας τόν ἀνάγκασαν νά ἐπιστρέψει καί πάλι στήν Ἀθήνα.

          Στίς 24 Ἰουνίου τοῦ 1999 μετεκόμισε στήν Ἱερά Μονή Δαμάστας προσκληθείς ἀπό τήν ἐλαχιστότητά μου, ὅπου παρέμεινε διακονούμενος ἀπό τήν Ἀδελφότητα μέχρι πλήρους ἀποκαταστάσεως τῆς κλονισθείσης ὑγείας του.

          Ἐπί 14 χρόνια παρέμεινε στό Μοναστήρι τῆς Παναγίας διακονών τίς πνευματικές καί λειτουργικές ἀνάγκες τῆς Ἱερᾶς Ἀδελφότητος καί δεχόμενος τούς ἀναριθμήτους πιστούς ἀπό ὅλα τά μέρη τῆς Ἑλλάδος γιά ἐξομολόγηση. Τά τελευταῖα 4 χρόνια καθηλώθηκε στό κελλί του καί μέ ὑπομονή καί καρτερία ἐσήκωσε τόν σταυρό τῆς ἀσθενείας του δοξάζων τόν Θεόν διά τήν πατρική του ἐπίσκεψη καί εὐλογία.

          Τήν 30ην Ἀπριλίου, Μεγάλη Τρίτη, στίς 4 τά ξημερώματα παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Κύριο, στό Νοσοκομεῖο «Ὑγεία», ὅπου ἐνοσηλεύετο δαπάναις τῶν πνευματικῶν του τέκνων.

          Ἡ κηδεία του ἔγινε στό ἀγαπημένο του κελλί τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Κερασιᾶς, Ἁγίου Ὅρους, στά ψηλά τοῦ Ἄθω, ὅπου καί ἐτάφη προσδοκῶν τήν κοινήν ἀνάστασιν.

          Κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης «τρία τά χαρακτηριζόμενα τοῦ χριστιανοῦ τόν βίον ἐστί, πρᾶξις, λόγος, ἐνθύμιον». Καί τά τρία ὁ π. Φώτιος ὑπηρέτησε καί ἐπεδίωξε μέ μεγάλη συνέπεια. Ἐβίαζε  ἑαυτόν ἀπό τήν νεανική του ἡλικία νά εἶναι γνήσιος καί ἀκίβδηλος. Δέν ἔλεγε πολλά, ἔπραττε περισσότερα καί ἐφλόγιζε τόν νοῦν του μέ τήν φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ οὐράνιες ἀναβάσεις, ὅπως ἀκριβῶς τίς διδάχθηκε ἀπό τόν διακριτικό Γέροντά του ἅγιο Πορφύριο. Στά εὐλογημένα 14 χρόνια στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας τόν ἐγνωρίσαμε καλά. Παρακολουθήσαμε τήν βία πού ἐξασκοῦσε στόν ἑαυτό του γιά νά ἔχει συνέπεια λόγων καί πράξεων. Ζήσαμε ὅλες τίς ἀγωνίες του καί ὁμολογουμένως γνωρίσαμε ἕναν ἀγωνιστή Μοναχό μέ εὐθύ λόγο καί ταπεινό φρόνημα. Κι΄ ὅταν ἀσθένησε σοβαρά δέν ἔχασε ποτέ τήν δύναμη τῆς ὑπομονῆς καί τήν γαλήνη τῆς ψυχῆς του. Ὅταν τόν ἐπισκεπτόμεθα στό κελλί του καί τόν ἐρωτούσαμε τί κάνει, ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε: «ὑπομένομεν». Ὑπέμενε πᾶσαν θλίψιν καί στεναχωρίαν ἀγογγύστως. Εἶχε ἀφεθεῖ στήν φροντίδα τῆς Ἀδελφότητος σαν παιδί καί ἔλεγε χαριτολογῶν: «Ὅταν δὲ γηράσῃς, ἐκτενεῖς τὰς χεῖρας σου καὶ ἄλλος σε ζώσει, καὶ οἴσει ὅπου οὐ θέλεις» (Ἰω. 21,18). Κατά τήν περίοδο τῆς μακρᾶς ἀσθενείας του δέν εἶχε τήν δύναμη νά δέχεται τίς ἐξομολογήσεις τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν, ὅπως μέχρι τότε. Ἔδινε τήν εὐλογία του, ἔβλεπαν τό πρόσωπό του καί ἔφευγαν εὐχαριστημένοι ὅλοι. Συνέβαινε ἀκριβῶς αὐτό, πού λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος γιά τόν ἅγιο Μελέτιο Ἀντιοχείας: «Τρυφή ἦν μεγίστη τό τῆς ἁγίας ὄψεως ἀπολαύειν ἐκείνης. Οὐ γάρ διδάσκων μόνον οὐδέ φθεγγόμενος, ἀλλά καί ὁρώμενος ἁπλῶς, ἱκανός ἦν ἅπασαν ἀρετῆς διδασκαλίαν εἰς τῶν ὀρώντων ψυχήν εἰσαγαγεῖν».

          Ὁ μακαριστός Γέροντας ἦταν πολύ αὐστηρός εἰς τά θέματα τῆς πίστεως καί τῆς ἠθικῆς ζωῆς, ἀλλά καί πολύ ἐπιεικής ἐκεῖ πού ἄρχιζε ἡ διαδικασία τῆς μετανοίας. Στήν ἐξομολόγηση χρησιμοποιοῦσε κατά­λ­λη­λη θεραπεία γιά κάθε ἄνθρωπο. Μέ πατρική ἀγάπη προσέφερε τό κατά­λ­λη­λο φάρμακο στήν ἀνάλογη στιγμή, διότι ὅπως λέγει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος «ἔστιν ὅτε τό ἑτέρου φάρμακον, ἑτέρῳ δηλητήριον γίνεται, ἔστι δέ ὅτε καί τό αὐτό τῷ αὐτῷ κατά μέν τόν οἰκεῖον καιρόν προσφερόμενον, φάρμακον γίνεται· ἐν οὐ καιρῷ δέ πάλιν δηλητήριον καθίσταται». (Κλίμαξ 26,20) Ἡ πολυχρόνια ἄσκηση, ἡ συνεχής μελέτη τῶν πατερικῶν κειμένων, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τόν κατέστησε περιζήτητο πνευματικό ἰατρό πρός τόν ὁποῖο κατέφευγαν χιλιάδες πονεμένοι ἄνθρωποι, ἐκζητητές τῆς ἁγιότητος. Ἄνθρωποι πάσης τάξεως, ἡλικίας καί μορφώσεως κατέκλυζαν καθημερινά τόν ἅγιο Νικόλαο στά Καλλίσια καί μετά ἐδῶ τήν Ἱερά Μονή Δαμάστας γιά νά ἐναποθέσουν στό πετραχῆλι του τά ἁμαρτήματα καί τά προβλήματά τους καί νά λάβουν τήν θεραπευτική ἀγωγή. Ἦταν ὀδηγός ψυχῶν μέ βαθύτερη ἐμπειρική ἀνθρωπογνωσία καί σπάνιο χάρισμα διακρίσεως.

          Ἄξιο παρατηρήσεως εἶναι, ὅτι δέν ἐπεδίωξε δημόσιες σχέσεις καί ἐμφανίσεις, δέν καλλιεργοῦσε τίς γνωριμίες καί δυσανασχετοῦσε, ὅταν μερικά πνευματικά του παιδιά ἀπό ὑπερβάλουσα ἀγάπη καί ζῆλο τόν διαφήμιζαν ὡς προορατικό καί ἅγιο.

          Ὁ π. Φώτιος ὅ,τι ἔκανε τό ἔκανε ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Ἐφοβεῖτο τούς ἐπαίνους. «Ὁ ἐπαινῶν μοναχόν παραδίδει αὐτόν τῷ διαβόλῳ» ἔλεγε. Στίς πανηγύρεις καί στίς μεγάλες κοσμοσυρροές ἐδῶ στό Μοναστήρι κλεινόταν στό κελλί του ἤ στίς ἀρχές κυρίως ἔφευγε στό δάσος. Ὅταν τό 1999 μέ πρόταση τῆς τότε Καθηγουμένης μακαριστῆς Θεοδότης τόν ἐκαλέσαμε στό Μοναστήρι μας γιά νά τόν περιθάλψωμε βρῆκε ἀνάπαυση στήν ψυχή του. Μόλις συνῆλθε ἄρχισε καθημερινά νά λειτουργεῖ καί ἔθεσε σέ ἐφαρμογή μέ τήν εὐλογία καί συγκατάθεσή μου πρόγραμμα λειτουργικῆς ζωῆς στήν καλή καί φιλόχριστη ἀδελφότητα. Εἶχε πλήρη ἐφαρμογή στή ζωή του τό ψαλμικό τοῦ Δαβίδ «Μίαν ᾐτησάμην παρὰ Κυρίου, ταύτην ἐκζητήσω τοῦ κατοικεῖν με ἐν οἴκῳ Κυρίου, πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, τοῦ θεωρεῖν με τὴν τερπνότητα Κυρίου καὶ ἐπισκέπτεσθαι τὸν ναὸν τὸν ἅγιον αὐτοῦ». (Ψ,26).

          Ζοῦσε καί μετέδιδε τήν ἀγάπη πρός τή θεία Λατρεία. Τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἦταν ἡ ζωή του καί ἡ χαρά του. Ἡ ἀγάπη του στήν Θεία Λατρεία, ἡ ὑπακοή του στήν Ἐκκλησία, ὁ πνευματικός σύνδεσμος μέ τόν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο καί ὁ σεβασμός του πρός ὅλους τούς Ἐπισκόπους καί Ἱερεῖς, ἡ ἐφαρμογή τῶν θείων ἐντολῶν καί ὁ καθημερινός πνευματικός ἀγῶνας συνέθεταν τόν ἐκκλησιαστικό του χαρακτῆρα καί τό γνήσιο ἐκκλησιαστικό του φρόνημα. Δι΄ ὅλα ζητοῦσε τήν Ἐπισκοπική εὐλογία. Ὄχι διά λόγους καλῆς συμπεριφορᾶς καί συνεργασίας, ἀλλά κυρίως γιά τήν δύναμη τῆς Ἐπισκοπικῆς εὐλογίας λέγων, ὅτι ἡ εὐλογία τοῦ Ἀρχιερέως εἶναι πανοπλία Χριστοῦ καί ὅτι «ὁ λάθρα τοῦ Ἐπισκόπου τι πράσσων τῷ διαβόλῳ λατρεύει» κατά τόν θεοφόρον Ἰγνάτιον. Σέ μερικά πνευματικά του παιδά πού ἐσκανδαλίζοντο μέ τίς ἐνέργειες Ἐπισκόπων, Ἡγουμένων, Ἱερέων, ἔλεγε ὅ,τι ὑπογραμμίζει καί ὁ Χρυσορήμων Ἰωάννης: «Εἰ μέν δόγμα ἔχει διεστραμμένον κἄν ἄγγελος ἦ, μή πείθου. Εἰ δέ ὀρθά διδάσκει, μή τῷ βίῳ πρόσεχε, ἀλλά τοῖς ρήμασιν».

          Γιά ὅλους εἶχε νά πεῖ τόν καλό λόγο. Καί ἐκεῖ ὅπου ὑπῆρχε ἀκαταστασία καί ταραχή, ἔβλεπε νά ἔρχεται ἡ γαλήνη. Εἶχε τήν ἐλπίδα του στό Θεό καί ἔμενε στό θέλημά Του μέ πολλή ἀγάπη.

          Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Φώτιος Κερασιώτης ἦταν μοναδικός. Ἦταν θεωρητικός, τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, ἦταν ὅμως καί τῆς ἐνθέου πράξεως. Ὁ συνδυασμός θεωρίας καί πράξεως τόν ἀνήγαγε σέ μεγάλη πνευματική προσωπικότητα, γιά τήν ὁποία μαρτυροῦν ὅσοι τόν ἐγνώρισαν καί μάλιστα ἡ ἀξία τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν, ὅλων ὑμῶν δηλαδή, Ἱερέων, Μοναχῶν, Μοναζουσῶν καί λαϊκῶν, πού ἀποτελεῖτε ἐκλεκτό λῆμμα τῆς Ἐκκλησίας σέ μιά κοινωνία, πού ἔχει ἀνάγκη ἀπό γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Χωρίς ἀκρότητες, χωρίς εὐφάνταστους μετεωρισμούς, χωρίς ἐπικίνδυνους γεροντισμούς καί ψυχολέθρους φατριασμούς, ἀλλά ἀπό γνήσια πίστη, ἀνυπόκριτη ἀγάπη, χριστομίμητη ὑπακοή, ὅπως ἀκριβῶς τά ἔζησε καί τά ἐδίδαξε ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος ἀγαπητός μας Γέροντας π. Φώτιος.

          Ἡ παρουσία του στήν Μητρόπολη ἀπό τήν ὁποία ξεκίνησε ἦταν μεγάλη εὐλογία γιά ὅλους μας. Εἴχαμε τήν αἴσθηση, ὅτι καθώς ἀτένιζε ἀπό τήν περίβλεπτη Ἱερά Μονή Δαμάστας τήν πόλη τῆς Λαμίας, τήν ἐσκέπαζε μέ τήν ἀγάπη του καί τίς προσευχές του. Τά 14 χρόνια πού ἔζησε ἐδῶ ἀνήκουν στήν πιό πνευματική περίοδο τῆς Μονῆς ἀπό τῆς ἱδρύσεώς της. Οἱ δέ ἀδελφές, οἱ ὁποῖες μ΄ ἀφοσίωση καί ὑική ἀγάπη τόν διακόνησαν θά ἔχουν μεγάλη πνευματική ἀνταπόδοση, διότι ὑπηρέτησαν ἕνα ἐκλεκτό τοῦ Θεοῦ καί ἀκάματο ἐργάτη τοῦ θείου ἀμπελῶνος, ὁ ὁποῖος «οὐκ ἔδωκεν ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς του καί τοῖς βλεφάροις του νυσταγμόν καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις του» (Ψ, 131) καί ἔμεινε στίς πνευματικές ἐπάλξεις ὄρθιος, ἀλύγιστος, «ὡς στῦλος ἀκλόνητος καί λύχνος ἀείφωτος τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ» στηρίζων, νουθετῶν, παρη­γο­ρῶν τόν ἄνθρωπο καί διά τοῦ τρόπου τούτου δοξάζων καί μεγαλύνων τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

          Ὁ μακαριστός Γέρων π. Φώτιος ἐβάδισε ἐπί τά ἴχνη τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὑπῆρξε ἄξιο πνευματικό τέκνο τοῦ προορατικοῦ καί διορατικοῦ π. Πορφυρίου. Ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας τόν κατατάσσει στίς μεγάλες σύγχρονες ἁγιασμένες μορφές καί εὔχεται ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ἁγίας ψυχῆς του «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἡδονή τῶν καθορόντων τό ἄρρητον κάλλος τοῦ Θείου προσώπου». Λυπούμεθα ὡς ἄνθρωποι διά τόν χωρισμό, ἀλλά ὠς χριστιανοί χαρήκαμε, ὅπως καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει: «οὐκ ἄξια  δακρύων ἡ τελευτή τῶν δικαίων, ἀλλά χαρᾶς. Χαίρωμεν ὅταν ἴδωμεν δίκαιον τελειωθέντα. Ὁ θάνατος τῶν ἁγίων οὐκ ἔστι θάνατος, ἀλλά μετάστασις ἀπό τῶν ἐλλατόνων ἐπί τά βελτίῳ ἀπό τῶν συνδούλων ἐπί τόν Δεσπότην, ἀπό τῶν ἀνθρώπων πρός τούς Ἀγγέλους».

          Ἐκεῖνο πού μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς ἐνισχύει εἶναι «ἡ πρός τόν Θεόν αὐτοῦ παρρησία» τήν ὁποία ἐπικαλούμεθα ὑπέρ τῆς Ἱερᾶς Ἀδελφότητος, τῶν οἰκείων του, τῶν πνευματικῶν του τέκνων καί πάντων τῶν ἐπικαλουμένων τήν πατρική του πρός Κύριον μεσιτεία. Ἀμήν.»




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις